Βασιλεία
Ήταν το
πρώτο πολίτευµα της Αθήνας.Ως βασιλείς της αρχαίας Αθήνας,
θεωρούμε τους ηγέτες της πόλης που έζησαν κατά κύριο λόγο στα μυθικά χρόνια.
Χρονικά τοποθετούνται πριν τους άρχοντες, τους τυράννους και την εγκαθίδρυση
της δημοκρατίας στην Αθήνα. Οι απόψεις σχετικά με τον πρώτο βασιλιά ποικίλουν .
Πρώτος βασιλιάς φαίνεται να ήταν ο Περίφαντας, αυτόχθονας Αθηναίος, ο οποίος
ανακηρύχθηκε βασιλιάς των Αθηνών πριν από τον Κέκροπα εξαιτίας της δικαιοσύνης
του, της σωφροσύνης του και των άλλων αρετών του. Ο Περίφας ωστόσο έκανε το
λάθος να τιμά πολύ περισσότερο από τους άλλους θεούς τον Απόλλωνα, κάτι που
προκάλεσε τη ζήλια και τον θυμό του Δία, ο οποίος θέλησε να χτυπήσει με κεραυνό
αυτόν και την οικογένειά του. Με την επέμβαση όμως του Απόλλωνα ο Περίφας και ο
διάδοχός του μεταμορφώθηκαν σε αετούς. Η σύζυγος του Περίφαντα μεταμορφώθηκε
σύμφωνα με παράκλησή της σε θηλυκό θαλάσσιο αετό. Σύμφωνα με άλλη, αντίθετη
εκδοχή, ο Περίφας μεταμορφώθηκε σε αετό μετά τον φυσικό του θάνατο, ως
ανταμοιβή από τον Δία επειδή ήταν δίκαιος και σώφρων. Ο Ωγύγος ή Ωγύγης, ήταν
κατά την Ελληνική Μυθολογία, ένας από τους αρχέγονους ηγέτες στην Αρχαία
Ελλάδα. ιδιαίτερα στην Βοιωτία. Κατά μία άλλη εκδοχή ήταν ο πρώτος βασιλιάς της
Αττικής.Κατά την βασιλεία του συνέβη Ο πρώτος από τους τρεις κατακλυσμούς της
ελληνικής μυθολογίας, ονομάστηκε Ωγύγιος κατακλυσμός. Ο Ωγύγης επέζησε του
κατακλυσμού, όμως οι περισσότεροι άνθρωποι δεν τα κατάφεραν. Μετά τον θάνατο
του ίδιου και λόγω των καταστροφών που προκλήθηκαν, η Αττική έμεινε χωρίς
βασιλείς για 189 έτη.Ο Ακταίος (Ακτεύς), κατά τον Παυσανία ήταν ο πρώτος
βασιλιάς της Αθήνας. Ήταν ο γιος του Ερυσίχθωνα, πατέρας της Άγραυλου και
πεθερός του Κέκροπα, του διαδόχου του στη βασιλεία της πόλης.Η παράδοση αναφέρει
ότι έδωσε το όνομά του στην περιοχή της Αττικής, πριν ονομαστεί Κεκροπία από
τον Κέκροπα. Ο Ακταίος είχε τρεις κόρες τις: Άγραυλο, Έρση και Πάνδροσος, αλλά
δεν είχε κανένα γιο. Εν συνεχεία ο Κέκροπας παντρεύτηκε την Άγραυλο και τον
διαδέχτηκε στον θρόνο.Σύμφωνα με τον Απολλόδωρο, ο Κέκροπας ήταν ο πρώτος
βασιλιάς της Αττικής και οι τρεις αυτές κόρες ήταν δικές του. Ο Κέκροπας , ο οποίος ήταν ένα από τα παράξενα εκείνα
δίμορφα πλάσματα, από τη μέση και πάνω άνθρωπος και από τη μέση και κάτω φίδι ,
κατοίκησε στο βράχο της Ακρόπολης, που έχτισε
τα τείχη της, και από το όνομα του ονομάστηκε «Κεκροπία». Ο
Κέκροπας διαίρεσε τους κατοίκους της Αθήνας σε τέσσερις φυλές, που τις ονόμασε
Κεκροπίς, Αυτόχθων, Ακταία και Παραλία, κάθε μια με περίπου είκοσι χιλιάδες
κατοίκους. Εκτός αυτού διαίρεσε την Αττική σε δώδεκα αυτόνομους δήμους. Άλλοι
βασιλιάδες ηταν οι: Κραναός (1506 - 1497 π.Χ.),Αμφικτύων
(1497 - 1487 π.Χ.),Εριχθόνιος (1487 - 1437 π.Χ.),Πανδίων
(1437 - 1397 π.Χ.),Ερεχθεύς (1397 - 1347 π.Χ.),Κέκροπας Β'
(1347 - 1307 π.Χ.),Πανδίων Β' (1307 - 1282 π.Χ.),Αιγέας
(1282 - 1234 π.Χ.),Θησέας (1234 - 1204 π.Χ. ή το 1213 π.Χ.),Μενεσθέας
(1204 - 1181 π.Χ. ή 1213 - 1191 π.Χ.),Δημοφών (1181 - 1147 π.Χ.),Οξύντης
(1147 - 1135 π.Χ.),Αφείδας (1135 - 1134 π.Χ.),Θυμοίτης (1134
- 1126 π.Χ.),Μέλανθος (1126 - 1089 π.Χ.),Κόδρος
(1089 - 1068 π.Χ.)Σύμφωνα με τις μεταγενέστερες παραδόσεις ο Κόδρος
υπήρξε ο τελευταίος βασιλιάς των Αθηνών και μετά το θάνατό
του η βασιλεία καταργήθηκε και ο Μέδων , ο μεγαλύτεορς γιός του, έφερε τον τίτλο
του «άρχοντος».Ωστόσο ο θεσμός δεν
καταργήθηκε άλλα εξελίχθηκεσε ενα ανώδηνο για τη δημοκρατία αξίωμα με
θρησκευτικό χαρακτήρα.
Αριστοκρατία
Με οµαλό τρόπο
το πολίτευµα επίσημα άλλαξε από βασιλεία σε αριστοκρατία
περίπου το 750 π.Χ.Ως Αριστοκρατία εννοείται εκείνο το πολίτευμα που στηρίζεται
κατά τον Αριστοτέλη στη διακυβέρνηση των αρίστων.Την εξουσία ασκούσαν οι εξής :
i.
Επώνυµος άρχοντας:Ο επώνυμος
άρχων ήταν πολιτικό αξίωμα στην αρχαία Αθήνα. Ήταν ένας από τους δέκα άρχοντες,
και συγκεκριμένα ο πρώτος. Η διαδοχή των επώνυμων αρχόντων έχει σημαντική
ιστορική σημασία, αφού από το όνομά του ονομαζόταν το έτος, ενώ ετίθετο πρώτο
στην αρχή των νόμων, των συνθηκών και των δημόσιων επιγραφών. Η θητεία τους διαρκούσε
ένα ετος και κύριος ρόλος ήταν η σύγκλιση της εκκλησίας του Δήμου.
ii.
Πολέμαρχος: Ήταν υπεύθυνος για τα στρατιωτικά θέµατα.
iii.
Άρχοντας –βασιλιάς :Ήταν
υπεύθυνος για τα θρησκευτικά θέµατα
iv.
6 νοµοθέτες : Ήταν υπεύθυνοι για δικαστικά θέµατα
v.
Άρειος Πάγος : Ήταν αφενός, τόπος
λειτουργίας δικαστικού σώματος και συγκεκριμένα της Βουλής του Αρείου Πάγου οι
αρμοδιότητες του οποίου μετά το 462 π.Χ. ήταν η εκδίκαση υποθέσεων φόνων εκ
προμελέτης, εμπρησμών και ιεροσυλιών, και αφετέρου θρησκευτικός με αρκετά ιερά
σπουδαιότερο των οποίων ήταν το των Σεμνών θεαινών ή Ευμενίδων.
vi. Εκκλησία του ∆ήµου : Ήταν η συνέλευση όλων των Αθηναίων, η οποία απέκτησε μεγαλύτερη σημασία επι του δημοκρατικού πολιτεύματος
Γύρω στα 621 π.X., όταν επώνυμος άρχοντας ήταν ο Αρίσταιχμος, οι Aθηναίοι ανέθεσαν στο Δράκοντα να νομοθετήσει. Για πρώτη φορά οι νόμοι βρέθηκαν καταγραμμένοι και μπορούσε ο οποιοσδήποτε να ανατρέξει σε αυτούς.Από τους νόμους του Δράκοντα ο μόνος που παρέμεινε σε ισχύ, μετά το Σόλωνα με κάποιες τροποποιήσεις μέχρι και την εποχή του Δημοσθένη, ήταν ο νόμος περί ανθρωποκτονίας. Έχουν εκφραστεί αμφιβολίες για το αν τελικά ο Δράκων είχε νομοθετήσει καιγια άλλα θέματα, οι οποίες όμως δε φαίνεται να ευσταθούν. Οι νόμοι του Δράκοντα υπήρξαν, και έχουν παραμείνει παροιμιώδεις για τη σκληρότητά τους. Έχει θεωρηθεί ότι οι νόμοι του προέβλεπαν τη θανατική ποινή για όλα τα εγκλήματα, αλλά το πιθανότερο είναι πως η συχνότερη ποινή για τα εγκλήματα ήταν η ατιμία ή η εξορία, και μόνο στην περίπτωση της μη συμμόρφωσής του ο ένοχος διακινδύνευε τη ζωή του. Η νομοθεσία του Δράκοντα δεν κατόρθωσε να εξομαλύνει τις αντιθέσεις της αθηναϊκής κοινωνίας και σε διάστημα μίας γενιάς η ανάγκη για νέα μέτρα έγινε επιτακτική. Για την αντιμετώπιση της κατάστασης κλήθηκε ο Σόλων .
Ως συνέπεια
βίαιης και μακροχρόνιας εξέγερσης των πολιτών ενάντια στους ευγενείς, ο Σόλων
κλήθηκε κοινή συναινέσει των αντιμαχόμενων μερών το 594/3 π.Χ. να νομοθετήσει
και για το έργο αυτό εξοπλίστηκε με έκτακτες εξουσίες. Εκείνο το έτος εξελέγη
άρχων από το δήμο της Αθήνας και όχι από τον Άρειο Πάγο, όπως προέβλεπε το
αθηναϊκό πολίτευμα της εποχής. Του δόθηκαν οι έκτακτες εξουσίες του μεσολαβητή
.Οι νόμοι που θέσπισε δημοσιεύτηκαν ίσως το 592 π.Χ. Τα νομοθετικά μέτρα του
Σόλωνα ήταν πολύ τολμηρά και βασίζονταν στην αρχή της ανισότητας και όχι της
ισότητας, ενώ επιδίωκαν να αποτρέψουν την εμφύλια διαμάχη και τη διάλυση της
πολιτικής κοινότητας της Αθήνας διατηρώντας παράλληλα την κοινωνική
διαστρωμάτωση και την προβολή αυτής της διαστρωμάτωσης στη νομή της εξουσίας.
Καθόρισε τα αξιώματα τα οποία μπορούσε κάποιος να ασκεί, με κριτήριο τη τάξη
στην οποία ανήκε, και όπου κατατασσόταν βάσει του εισοδήματος του (και
ειδικότερα της φοροδοτικής του ικανότητας). Ως Ταμίες μπορούσαν να υπηρετήσουν
μόνο πολίτες της ανώτατης τάξης, ενώ οι πολίτες της κατώτατης τάξης είχαν μόνο
δικαίωμα συμμετοχής στην εκκλησία του δήμου. Το πολίτευμα της Αθήνας παρέμεινε
ωστόσο και μετά τις μεταρρυθμίσεις τιμοκρατικό, βασισμένο στην κοινωνική
διαστρωμάτωση και στη νομή της εξουσίας από τους πολίτες ανάλογα με τον
εισόδημά τους, αν και το εισόδημα αυτό μπορούσε στο εξής να προέρχεται από
πολλές διαφορετικές δραστηριότητες και όχι μόνο από την καλλιέργεια της γης.
Επιδίωξη του Σόλωνα ήταν τέλος να καταστούν όλοι οι πολίτες συνυπεύθυνοι για
την τήρηση των νόμων και την καταστολή παρανομιών. Ιδανικό του ήταν η ευνομία.
Στα πλαίσια των πολιτειακών μεταρρυθμίσεων ο Σόλων διατήρησε τα τέσσερα
υφιστάμενα τέλη που ρύθμιζαν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των πολιτών και
βασίζονταν ως τότε αποκλειστικά στο ύψος του αγροτικού εισοδήματος. Οι
λεγόμενοι πεντακοσιομέδιμνοι επειδή είχαν εισόδημα πεντακοσίων μεδίμνων
συγκροτούσαν την υψηλότερη τάξη. Ακολουθούσαν οι τριακοσιομέδιμνοι (με εισόδημα
τριακόσια μέδιμνα), που λέγονταν και ιππείς, ή ιππάδα τελούντες, επειδή είχαν
την οικονομική δυνατότητα να διατηρούν ένα άλογο. Οι διακοσιομέδιμνοι
ονομαζονταν ζευγίται. Τέλος οι θήτες με εισόδημα κάτω των διακοσίων μεδίμνων
ετησίως είχαν δικαίωμα ψήφου, αλλά δεν τους επιτρεπόταν να αναλάβουν κανένα
δημόσιο αξίωμα. Επιπλέονέδωσε δικαίωμα στο κατώτερο από αυτά τα τέλη, τους
θήτες, να συμμετέχουν στην εκκλησία του δήμου, τους παραχώρησε όμως μόνο το
δικαίωμα του εκλέγειν, όχι του εκλέγεσθαι. Μετέφερε στην εκκλησία του δήμου την
αρμοδιότητα της εκλογής των αρχόντων, που είχε ως τότε ο Άρειος Πάγος, και
θέσπισε τη διαδικασία της κληρώσεως εκ προκρίτων πεντακοσιομεδίμνων για την
εκλογή τους. Σύμφωνα με αυτή τη διαδικασία ο δήμος εξέλεγε ένα αριθμό υποψήφιων
αρχόντων από το τέλος των πεντακοσιομεδίμνων και στη συνέχεια γινόταν κλήρωση
για την ανάδειξη ενός από αυτούς τους υποψηφίους. Ίδρυσε ένα νέο βουλευτικό
σώμα, τη βουλή των τετρακοσίων (ή τετρακοσίους) καιμετέφερε σε αυτό τις
προβουλευτικές αρμοδιότητες που είχε ως τότε ο Άρειος Πάγος.Η βουλή των
τετρακοσίων ήταν πιο δημοκρατική σε σύγκριση με το αριστοκρατικό σώμα του
Αρείου Πάγου, στο οποίο συμμετείχαν μόνο πεντακοσιομέδιμνοι που είχαν θητεύσει
ως άρχοντες .Η βουλή αντίθετα είχε 400 εκλεγμένα μέλη, που προέρχονταν και από
τα τέλη των ιππέων και των ζευγιτών, η θητεία κάθε βουλευτή ήταν ετήσια και οι
τέσσερις φυλές της Αθήνας αντιπροσωπεύονταν ισότιμα, με εκατό βουλευτές η
καθεμιά.
Κρίνοντας
από την τυραννία του Πεισίστρατου και των διαδόχων του, που εγκαθιδρύθηκε το
561 π.Χ. και διάρκεσε ως το 510 π.Χ., οι μεταρρυθμίσεις του Σόλωνα φαίνεται πως
δεν αντιμετώπισαν πλήρως τα προβλήματα που επιδίωκαν να λύσουν. Η ουσία τους
όμως διατηρήθηκε και μετά το τέλος της τυραννίας και αποτέλεσε το θεμέλιο πάνω
στο οποίο εδραιώθηκε η κλασική αθηναϊκή δημοκρατία.
Τυραννία
Το
πολίτευμα αυτό ίσχυε στην Πόλη-κράτος τον 8ο αιώνα. Οι τύραννοι ανέβαιναν στην
εξουσία με την βοήθεια των οπαδών τους χωρίς απαραίτητα αυτό να είναι σύμφωνο
με τη βούληση της πλειοψηφίας.Οι Τύραννοι της περιόδου μεταξύ 8ου αι. και 4ου
αι. π.Χ, ήταν συνήθως προστάτες των τεχνών και συχνά έθεταν σε εφαρμογή μεγάλα
οικοδομικά προγράμματα. Σε αυτές τις περιπτώσεις σημαντικό ρόλο έπαιξε το
πνεύμα του ανταγωνισμού, το χαρακτηριστικό αυτό γνώρισμα της αρχαίας ελληνικής
κοινωνίας, με τους τυράννους των διαφόρων πόλεων να συναγωνίζονται ο ένας τον
άλλο στην κατασκευή τεράστιων δημόσιων έργων, κυρίως ναών και συστημάτων
ύδρευσης.
Την ένταση
που υπήρχε στην Αθήνα θέλησε να εκµεταλλευτεί ο Κύλων
που µαζί µε τους οπαδούς του
το 632 π.Χ. προσπάθησε να γίνει τύραννος. Απέτυχε όµως και
δραπέτευσε στα Μέγαρα ενώ οι οπαδοί του σφαγιάστηκαν.
Ο
Πεισίστρατος υπήρξε κατά διαστήματα τύραννος στην Αρχαία Αθήνα, για συνολικά
περίπου 20 χρόνια, στην περίοδο 561 έως 527 π.Χ. Προσπάθησε και κατάφερε να
επιβάλει τυραννίδα τρεις φορές χρησιμοποιώντας άλλοτε συμμάχους από διάφορες
πόλεις, άλλοτε από την ίδια την Αθήνα όπου υπήρχαν έντονες διαμάχες εξουσίας
μεταξύ αντίπαλων ισχυρών οικογενειών, άλλοτε μισθοφορικό στρατό και άλλοτε
τραγελαφικά τεχνάσματα. Τις πρώτες δύο φορές κατάφερε να επιβληθεί για μικρό
χρονικό διάστημα, μετά το οποίο ανατράπηκε και εξορίστηκε. Την τρίτη φορά όμως
έμεινε στην εξουσία μέχρι το θάνατό του. Αυτός επήλθε από φυσικά αίτια και σε
μεγάλη ηλικία του Πεισιστράτου, το 527 π.Χ., οπότε τον διαδέχτηκαν οι
Πεισιστρατίδες.Στο διάστημα της διακυβέρνησης του σπάνια εφάρμοζε στυγνή
τυραννία και φρόντιζε να κρατά πολιτικές ισορροπίες μη καταλύοντας όλους τους
θεσμούς. Εντούτοις με πολλούς τρόπους παρακώλυε την πραγματική λειτουργία της
δημοκρατίας και έλεγχε όλους τους μηχανισμούς της εξουσίας, παίρνοντας κατά
καιρούς και ακραία, σαφώς τυραννικά μέτρα. Εξόρισε για παράδειγμα όλους τους
σημαντικούς αντιπάλους του, που ήταν οι αριστοκράτες και οι μεγαλέμποροι Πήρε
συγγενείς όλων των αντιπάλων του ως ομήρους ώστε να μην τολμούν να του
αντιταχθούν όσοι παρέμεναν στην Αθήνα , έστειλε τους ομήρους στη Νάξο όπου
έγινε τύραννος ο προσωπικός φίλος του Λύγδαμις.Δήμευσε τις περιουσίες όσων
εξόρισε και τις μοίρασε στους ακτήμονες ή στους μικροκτηματίες και γενικά πήρε
στη συνέχεια οικονομικά μέτρα υπέρ των αγροτών, βοσκών, θητών και φτωχών που
αποτελούσαν και το βασικό λαϊκό έρεισμά του.Ο Πεισίστρατος ενθάρρυνε και τη
βιοτεχνία και το εμπόριο, και καλυτέρευσε κατά πολύ την οικονομία της Αθήνας με
τη φορολογία της δεκάτης .Με τα χρήματα που εισέπραττε από τους φόρους
κατασκεύασε δρόμους και πολλά άλλα δημόσια έργα, μνημεία και ναούς που
ομόρφηναν την Αττική αλλά ταυτόχρονα πρόσφεραν δουλειά στον αστικό πληθυσμό.
Αυτά τα χρόνια, πολλά Αττικά προϊόντα εξήχθησαν στην Ετρουρία και Αίγυπτο,
Μικρά Ασία και πόλεις της Μαύρης Θάλασσας, κυρίως κρασί, λάδι και
αρώματα.Απέφυγε τους πολέμους και στα ειρηνικά χρόνια της κυβέρνησής του η
οικονομία της Αθήνας βελτιώθηκε σημαντικά, κατασκευάστηκαν πολλά έργα και
δημιουργήθηκε σημαντική βιβλιοθήκη.Ο ίδιος είχε σημαντικά εισοδήματα από
προσωπικές επιχειρήσεις που απέκτησε στο Παγγαίο όσο ήταν εξόριστος και έτσι
δεν επιβάρυνε ιδιαίτερα τον κρατικό προϋπολογισμό με προσωπικές δαπάνες που θα
τον αποξένωναν από το λαό.Συνέδεσε το όνομα του με σπουδαία εξωραϊστικά έργα
(Εννεακρούνος πηγή, τελεστήριο της Ελευσίνας) καθώς και την προσπάθεια για
δημιουργία βιβλιοθήκης.
ΠΕΙΣΙΣΤΡΑΤΟΣ
Η Αθηναϊκή
δημοκρατία ήταν το πολιτικό σύστημα που αναπτύχθηκε στην πόλη-κράτος της
αρχαίας . Η Αθήνα ήταν η πρώτη γνωστή δημοκρατία και ίσως η πιο σημαντική κατά
την αρχαιότητα. Και άλλες αρχαιοελληνικές πόλεις είχαν δημοκρατικό πολίτευμα αλλά
κανένα από αυτά δεν ήταν εξίσου ισχυρό και σταθερό με αυτό των Αθηνών.
Παραμένει ένα μοναδικό και εξαιρετικού ενδιαφέροντος πείραμα άμεσης
δημοκρατίας, όπου οι άνθρωποι δεν εξέλεγαν αντιπροσώπους για να αποφασίζουν στο
όνομά τους, αλλά έπαιρναν οι ίδιοι αποφάσεις νομοθετικού και εκτελεστικού
περιεχομένου. Δε συμμετείχε, ωστόσο, το σύνολο του πληθυσμού της πόλης, αλλά το
σύνολο αυτών που είχαν πολιτικά δικαιώματα συγκροτούνταν ανεξαρτήτως από
οικονομικά θέματα και οι πολίτες συμμετείχαν σε πρωτοφανή κλίμακα. Ποτέ μέχρι
τότε τόσο πολλοί άνθρωποι δεν είχαν περάσει τόσο χρόνο αυτοκυβερνώμενοι.
Υπήρχαν τρία πολιτικά σώματα όπου οι πολίτες συγκεντρώνονταν σε εκατοντάδες και
χιλιάδες. Αυτά ήταν η εκκλησία (σε ορισμένες περιπτώσεις με ελάχιστο όριο 6.000
ατόμων), η βουλή των 500 και τα δικαστήρια (τουλάχιστον 200 άτομα, αλλά έφταναν
τα 6.000, όταν συγκαλούνταν η ολομέλεια της Ηλιαίας). Από αυτά τα τρία σώματα η
εκκλησία και τα δικαστήρια είχαν πραγματική εξουσία.
Εκκλησία του Δήμου: Μόνο άρρενες
ενήλικοι που είχαν ολοκληρώσει τη διετή (από τα 18 μέχρι τα 20) στρατιωτική
τους θητεία είχαν το δικαίωμα να συμμετάσχουν και να ψηφίσουν στη συνέλευση.
Αυτό απέκλειε την πλειονότητα του πληθυσμού, δηλαδή τους δούλους, τις γυναίκες
και τους μετοίκους. Επίσης, δεν μπορούσαν να συμμετάσχουν στη συνέλευση, των
οποίων τα πολιτικά δικαιώματα είχαν ανασταλεί (συνήθως γιατί δεν μπορούσαν να
πληρώσουν τις οφειλές τους προς την πόλη). Για ορισμένους Αθηναίους, αυτό
ισοδυναμούσε με μόνιμη (και κληρονομήσιμη) στέρηση δικαιώματος. Παρ’ όλα αυτά,
σε αντίθεση με τις ολιγαρχικές πόλεις δεν υπήρχαν ουσιαστικά όρια ελάχιστης
απαιτούμενης περιουσίας ή εισοδήματος.Η εκκλησία είχε τουλάχιστον τέσσερις
λειτουργίες : ψήφιζε εκτελεστικά ψηφίσματα (π.χ. για την έναρξη πολέμου ή
απονομή της ιδιότητας του πολίτη σε έναν ξένο), εξέλεγε ορισμένους
αξιωματούχους, νομοθετούσε και δίκαζε πολιτικά εγκλήματα. Καθώς, όμως, το
σύστημα εξελισσόταν σημαντικό μέρος των δύο τελευταίων λειτουργιών μεταφέρθηκε
σε δικαστήρια. Η τυποποιημένη διάταξη ήταν η εξής: ομιλητές εκφωνούσαν λόγους
υπέρ και κατά μίας πρότασης και ακολουθούσε η ψηφοφορία υπέρ ή κατά της
πρότασης συνήθως με ανάταση των χεριών. Σε αντίθεση με τα σύγχρονα κοινοβούλια,
οι αγορεύσεις ήταν κατ’ ουσία προσπάθειες πειθούς των παρευρισκομένων. Παρόλο
που μπορεί να υπήρχαν μπλοκ υποστήριξης διάφορων θέσεων, που μερικές φορές
παρουσίαζαν μεγάλη διάρκεια, αναφορικά με κρίσιμα θέματα, δεν υπήρχαν
οργανωμένα κόμματα ή κυβέρνηση και αντιπολίτευση με τη σημερινή έννοια, όπως
ισχύει στο σύστημα του Ουέστμινστερ. Κατ’ ουσίαν, η εκάστοτε κυβέρνηση ήταν ο
/οι ομιλητής /ομιλητές με τον οποίο συμφωνούσε η πλειοψηφία των συμμετεχόντων
στη συνέλευση για το συγκεκριμένο ζήτημα. Τον 5ο αιώνα τουλάχιστο υπήρχαν
ελάχιστα όρια στην εξουσία που ασκούνταν από την εκκλησία. Εάν η εκκλησία
παραβίαζε έναν ήδη ισχύοντα νόμο με νέα της πράξη, το μόνο που μπορούσε να
συμβεί ήταν η επιβολή ποινής σε εκείνον που είχε κάνει την πρόταση η οποία είχε
γίνει αποδεκτή από τη συνέλευση. Εάν είχε ληφθεί κάποια λανθασμένη απόφαση,
σύμφωνα με την άποψη του δήμου είχε συμβεί διότι είχε ‘παρασυρθεί’. Όπως
συνηθιζόταν στα αρχαία δημοκρατικά πολιτεύματα, κάποιος έπρεπε να παρευρίσκεται
σε μία συνέλευση για να μπορέσει να ψηφίσει. Η υπηρέτηση της θητείας ή η απλή
απόσταση μπορούσαν να εμποδίσουν την άσκηση των πολιτικών δικαιωμάτων. Η
ψηφοφορία γινόταν συνήθως με ανάταση των χεριών (‘χειροτονία’) ενώ κάποιοι
αξιωματούχοι έκριναν το αποτέλεσμα με βάση την οπτική παρατήρηση του πλήθους.
Καθώς παρευρίσκονταν χιλιάδες άτομα η καταμέτρηση ήταν αδύνατη. Για μια μικρή
κατηγορία ψηφοφοριών για τις οποίες απαιτούνταν ένας ελάχιστος αριθμός
συμμετεχόντων (6.000), κυρίως για παροχή της ιδιότητας του πολίτη,
χρησιμοποιούνταν σφαιρίδια, χρωματισμένα άσπρα για το ‘ναι’ και μαύρα για το
‘όχι’. Πιθανώς, στο τέλος της συνέλευσης, ο κάθε πολίτης έριχνε το ένα από τα
δύο σε ένα μεγάλο πιθάρι, που στη συνέχεια σπαζόταν για να καταμετρηθούν οι
ψήφοι. (Για τον οστρακισμό απαιτούνταν οι πολίτες να αναγράψουν το όνομα σε ένα
κομμάτι ενός αγγείου, το όστρακο.)
Βουλή των 500:Η βουλή των 500, το
πολυπληθέστερο σώμα αξιωματούχων, αποτελούσε μια οργανωτική επιτροπή της
εκκλησίας, ετοιμάζοντας νομοθετικά προσχέδια και καθορίζοντας τη θεματολογία
της. Απο το 487 π.Χ οι 500 βουλευτές καθορίζονταν με κλήρωση, που λάμβανε χώρα
μία φορά κάθε χρόνο. Ένας πολίτης μπορούσε να είναι μέλος της βουλής δύο φορές
στη ζωή του. Κάθε πολίτης μπορούσε να καταθέσει προτάσεις στη βουλή. Τυπικά
απαγορευόταν η εκκλησία να λαμβάνει αποφάσεις χωρίς ένα προβούλευμα, δηλαδή μία
πρόταση από τη βουλή. Η πρόταση αυτή μπορούσε να είναι συμπαγής, επεξεργασμένη
ή ‘ανοιχτή’, που λίγο διέφερε από το να καθορίζει τη θεματολογία της εκκλησίας.
Η βουλή ή τα εναλλασσόμενα τμήματά της, οι πρυτανείες, εξυπηρετούσαν ως ένα
είδος . Κάθε μέρα του έτους ένας από τους βουλευτές ήταν αρχηγός του κράτους
για αυτή τη μέρα (για παράδειγμα κρατούσε τα κλειδιά του ταμείου και τη
σφραγίδα του κράτους και ήταν υπεύθυνος για την υποδοχή ξένων αποστολών και
(τον 5ο αιώνα) προέδρευε στις συνελεύσεις της εκκλησίας και της βουλής).
Υπολογίστηκε ότι περίπου ένα τέταρτο του συνόλου των πολιτών πρέπει να κατείχε
το αξίωμα κάποια στιγμή της ζωής του. Αυτή τη θέση του -τρόπον τινά- ‘αρχηγού
του κράτους’ μπορούσε να την κατέχει ο καθένας μια φορά στη ζωή του.
Ο Σόλων
(περίπου το 590 π.Χ.), ο Κλεισθένης (508 π.Χ.) και ο Εφιάλτης (462 π.Χ.)
συνέβαλαν στην ανάπτυξη του δημοκρατικού πολιτεύματος. Οι ιστορικοί
διαφοροποιούνται ως προς το ποιος δημιούργησε ποιους θεσμούς και ποιος ανάμεσά
τους αντιπροσωπεύει ένα πραγματικά δημοκρατικό κίνημα. Συνήθως, η εγκαθίδρυση
της δημοκρατίας αποδίδεται στον Κλεισθένη, αφού οι νόμοι του Σόλωνα καταλύθηκαν
από τον Πεισίστρατο και ο Εφιάλτης απλώς βελτίωσε κάποιες ρυθμίσεις του
Κλεισθένη. Τα µέτρα του Κλεισθένους, µε βάση την «ισηγορία» και την «ισονοµία», έθεσαν τα
θεµέλια της
Αθηναϊκής ∆ηµοκρατίας.
Με το νέο πολιτειακό σύστηµα καταργήθηκαν οι
θεσµοί των
γενών και των φυλών που αποτελούσαν τη βάση της κοινωνικής διαίρεσης. H νέα
πολιτειακή δοµή βασιζόταν στην τοπογραφία. Οι τέσσερις παλαιές
ιωνικές φυλές αντικαταστάθηκαν µε δέκα τεχνητές
φυλές που πήραν τα ονόµατά τους από «επωνύµους», δηλαδή
συγκεκριµένους, ήρωες της Αττικής.H κάθε φυλή χωρίστηκε σε
τρία µέρη, τις «τριττύες». Το σχέδιο
απέβλεπε στη διάσπαση της τοπικής δύναµης των φυλών, γι'
αυτό ο Κλεισθένης χώρισε τις τριττύες ανά δέκα.Οι κάτοικοι κάθε δήµου έπαιρναν
πλέον το όνοµά τους από τον δήµο τους.
Έτσι καταργήθηκε η παλαιά διάκριση των πολιτών σε παλιούς Αθηναίους και
νεοπολίτες. Κάθε χρόνο από κάθε φυλή εκλέγονταν 50 βουλευτές και έτσι τα µέλη της
Βουλής από 400 αυξήθηκαν σε 500. Οι 50 βουλευτές της κάθε φυλής «πρυτάνευαν» για το ένα
δέκατο του έτους (το αττικό έτος το αποτελούσαν 12 σεληνιακοί µήνες και
354 ηµέρες), δηλαδή για 35 ή 36 ηµέρες.Από
τις σηµαντικότερες αρµοδιότητες
της Βουλής ήταν η κατάρτιση των προβουλευµάτων - των
νοµοσχεδίων -
που επρόκειτο να συζητηθούν και να ψηφισθούν από την Εκκλησία του ∆ήµου. Επιπλέον ο
Κλεισθένης αύξησε τις αρµοδιότητες της
Εκκλησίας του ∆ήµου, η οποία
µπορούσε
πλέον να επικυρώνει ή να ακυρώνει αποφάσεις καταδίκης σε θανατική ποινή τις
οποίες είχε λάβει ο Άρειος Πάγος. Επίσης
οι βουλευτές έπαψαν να εκλέγονται µόνο από την τάξη
των πεντακοσιοµεδίµνων και εκλέγονταν
πλέον και από τους τριακοσιοµέδιµνους και
τους ζευγίτες. Μόνο η τέταρτη τάξη, οι θήτες, του τιµοκρατικού
συστήµατος που είχε καθιερώσει ο Σόλων, δεν είχαν το
δικαίωµα του εκλέγεσθαι, απέκτησαν όµως το
δικαίωµα του εκλέγειν. Για να προστατεύσει το πολίτευµα από την
πιθανότητα επιβολής τυραννίδας ο Κλεισθένης αποµάκρυνε από
την κορυφή της πολιτείας τον επώνυµο άρχοντα - ο
οποίος εκλεγόταν µε θητεία ενός έτους, άρα ήταν δυνάµει
επικίνδυνος - και τον αντικατέστησε µε έναν απλό
βουλευτή, από τους 500, ο οποίος αναδεικνυόταν µε κλήρο και
άλλαζε κάθε ηµέρα.Άλλο µέτρο για
την προστασία του πολιτεύµατος ήταν ο
οστρακισµός. Οι κάτοικοι της Αττικής µπορούσαν να
γράψουν επάνω σε ένα όστρακο (κοµµάτι από σπασµένο αγγείο)
το όνοµα κάποιου τον οποίο θεωρούσαν επικίνδυνο για το
πολίτευµα. Αν οι ψήφοι (τα όστρακα) έφθαναν τις 6.000,
τότε ο άνθρωπος αυτός εξοριζόταν πάραυτα από την Αθήνα για δέκα χρόνια, χωρίς όµως να χάσει
ούτε τα πολιτικά του δικαιώµατα ούτε την
περιουσία του, δεδοµένου ότι, µε την ίδια
διαδικασία, ο εξόριστος µπορούσε να
ανακληθεί ή, όταν τελείωνε η ποινή του, να επιστρέψει στην πατρίδα.
Ο σημαντικότερος δημοκρατικός ηγέτης ήταν ο Περικλής.Η πραγματική άνοδος της Αθηναϊκής δημοκρατίας μόλις άρχισε όταν ο Περικλής παραμέρισε δια εξοστρακισμού τον κυριότερο πολιτικό του αντίπαλο, τον συντηρητικό Κίμωνα. Μετά από τον εξοστρακισμό του Κίμωνα, ο Περικλής συνέχισε να προτείνει ολοένα και πιο ριζοσπαστικούς νόμους, που προωθούσαν τον βαθμό της δημοκρατίας σε πραγματικά δυσθεώρητα ύψη. Η πολιτική του Περικλή συνέχισε να είναι υπερβολικά φιλολαϊκή, πράγμα που τον κράτησε στην εξουσία τις επόμενες δύο δεκαετίες και του άνοιξε τον δρόμο, ώστε να κάνει την Αθήνα, την ισχυρότερη πόλη της Μεσογείου και την πιο ξακουστή στον αρχαίο κόσμο. Το 458 π.Χ. μείωσε το μέγεθος της απαιτούμενης περιουσίας πού έπρεπε να έχει κάποιος ώστε να γίνει Επώνυμος Άρχων. Λίγο μετά το 454 π.Χ., αύξησε τον μισθό των δικαστικών της Ηλιαίας.Ο πλέον ριζοσπαστικός νόμος που επέβαλε ήταν αυτός του 451 π.Χ., που από καθαρή ειρωνεία της τύχης θα έχει μεγάλες συνέπειες στην κατοπινή προσωπική του ζωή. Ο νόμος αυτός, επέτρεπε σε κάποιον να αποκτήσει την αθηναϊκή υπηκοότητα μόνο εφόσον και οι δύο του γονείς ήταν Αθηναίοι, πλήττοντας ιδιαίτερα για άλλη μία φορά την τάξη των αριστοκρατών, επειδή πρακτικά απαγόρευε την απόκτηση αθηναϊκής υπηκοότητας στα παιδιά των αριστοκρατών πού είχαν το ένα γονέα από άλλη πόλη. Πολλοί πιστεύουν ότι το έκανε για να εμποδίσει πιθανές ξένες επιρροές στην Αθήνα. Ακόμη επέτρεψε στις υποδεέστερες τάξεις να κατέχουν υψηλότερα αξιώματα από αυτά πού τους επιτρέπονταν μέχρι την εποχή του, επειδή ο Περικλής ήθελε μία διεύρυνση του Δήμου, του λαού πάνω στην οποία θα μπορούσε να στηρίξει τα μελλοντικά του προγράμματα. Ο Περικλής πίστευε ότι εκτός από τα άλλα, εάν αύξανε την δύναμη του λαού θα μπορούσε να αυξήσει την στρατιωτική και κυρίως ναυτική δύναμη της Αθήνας. Όλα αυτά γίνονταν καθώς οι κωπηλάτες των αθηναϊκών πλοίων προέρχονταν από τα ευρύτερα λαϊκά στρώματα.
ΠΕΡΙΚΛΗΣ
Αγγελική Σ., Δήμητρα Π.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου